Το άγχος είναι μια από τις λέξεις που πρωταγωνιστούν στην σύγχρονη πραγματικότητα. Οι ολοένα και γρηγορότεροι ρυθμοί στους οποίους καλούμαστε όχι μόνον να ζήσουμε αλλά και να αποδώσουμε στον εργασιακό μας χώρο, κάνουν το άγχος να φαντάζει αναπόφευκτο συνοδοιπόρο ζωής. Ένας συνοδοιπόρος που άλλοτε μας κάνει να τρέμουμε σε όλο μας το σώμα, άλλοτε να ιδρώνουμε, να μπερδεύουμε τα λόγια μας, να μας πονάει το κεφάλι μας και το στομάχι μας. Αν αναλογιστούμε ότι πηγάζει από το ρήμα «άγχω» και «άγχομαι» τα οποία σημαίνουν πνίγω, στραγγαλίζω, πνίγομαι, αυτοκτονώ με αγχόνη, και από το ουσιαστικό «αγχόνη» που σημαίνει σκοινί για απαγχονισμό, καταλαβαίνουμε τον λόγο που χρησιμοποιείται όταν αισθανόμαστε να “πνιγόμαστε” στην καθημερινή μας ζωή. Τότε, παγιδευμένοι στο μονοπάτι του, μια απροσδιόριστη και διάχυτη ανησυχία μας καταλαμβάνει. Μάλιστα καθώς τη βιώνουμε με οξύτητα, παρασυρόμαστε στο να πιστεύουμε ότι δεν μας προσφέρεται καμία δυνατότητα διαφυγής.
Παρ’ αυτά, το άγχος, όσο και να μας φαίνεται απίστευτο, είναι μια ζωοποιός δύναμη δημιουργίας για εμάς τους ανθρώπους, η οποία ενισχύει και υποστηρίζει την ύπαρξη και την επιβίωση μας μέσα στους αιώνες. Μας συνοδεύει και μας υπηρετεί στην κάθε στιγμή της ζωής μας, καθώς το άγχος είναι εκείνο που επιστρατεύει γρήγορους και αποτελεσματικούς τρόπους δράσης προκειμένου να αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητα και τα καθήκοντα που προκύπτουν, και να οδηγηθούμε στον επιθυμητό στόχο. Ωστόσο προσοχή! Όταν τα επίπεδα του άγχους αυξάνονται δυσανάλογα της απειλής που έχουμε να αντιμετωπίσουμε, τότε γίνεται ο χειρότερος εχθρός μας και το μεγαλύτερο εμπόδιο του εαυτού μας. Οι αποδόσεις μας αντί να αυξηθούν καθώς θα έχουμε πνεύμα οξύ, αντίληψη αιχμηρή και σώμα έτοιμο να αντέξει τον κάθε κραδασμό, καταλήγουμε με σώμα και πνεύμα βουβά και παραλυμένα.
Αυτό μπορεί να συμβεί, σε περίπτωση που ο οργανισμός μας απαντήσει με μια υπερβολική αντίδραση. Η απάντηση του οργανισμού μας πυροδοτείται από υποκειμενικούς παράγοντες, παραμερίζοντας και παραβλέποντας, την (πραγματική) επικινδυνότητα του ερεθίσματος. Στους υποκειμενικούς παράγοντες συγκαταλέγονται, η ιδιοσυγκρασία που έχουμε ως άτομα, το προσωπικό μας βίωμα, η διάρκεια της κατάστασης, η έντονη δυσφορία, η συχνότητα και η οξύτητα του συναισθήματός μας, η αδυναμία αποφυγής που βιώνουμε, αλλά και η τυχόν έκπτωση της λειτουργικότητάς μας.
Η διαδικασία που ακολουθούμε ως οργανισμοί προκειμένου να αντιμετωπίσουμε ένα επικίνδυνο ερέθισμα, είναι αρχικά να ενεργοποιήσουμε και να συσπειρώσουμε τις νοητικές και σωματικές μας δυνάμεις. Αυτό είναι το πρώτο στάδιο και ονομάζεται «η φάση του συναγερμού». Έπειτα ακολουθεί το δεύτερο στάδιο, η «φάση της αντίστασης» όπου πλέον είμαστε σε θέση (καθώς προηγήθηκε η συγκέντρωση δυνάμεων) να ανταπεξέλθουμε με τον προσδοκώμενο για εμάς τρόπο, απέναντι στις απαιτήσεις. Ωστόσο αν η διάρκεια της δεύτερης φάσης παραταθεί, τα κινητοποιηθέντα αποθέματα δυνάμεων εξαντλούνται επιφέροντας μείωση των σωματικών και ψυχικών μας δυνάμεων, ενώ ο οργανισμός μας μεταβαίνει «στο στάδιο της εξάντλησης». Όπου κατά την διάρκεια αυτή, η άμυνα του οργανισμού υποχωρεί ενώ η πιθανότητα εμφάνισης σωματικών διαταραχών (ακόμη και λοιμώξεων) αυξάνεται.
Άμυνα του οργανισμού, είναι οι άλλες λέξεις που πρωτοστατούν στην καθημερινότητα μας για την σημαντικότητά τους στην επιβίωσή μας. Και ενώ το άγχος είναι η φυσική άμυνα του οργανισμού μας απέναντι σε περιστασιακούς κινδύνους, ζώντας μια ολόκληρη ζωή περιτυλιγμένοι με άγχος καταλήγουμε ευάλωτοι και εξασθενισμένοι.
«Παν μέτρον άριστον»
Μια σωστή διαχείριση του άγχους μας βοηθά να διατηρήσουμε τις πνευματικές και σωματικές μας δυνάμεις, και να το χρησιμοποιήσουμε ως κινητήρια και δημιουργός δύναμη. Όντως σύμμαχοι του εαυτού μας.
Αθανασία Μαργαρίτη
Ψυχολόγος
MSc Κλινική & Κοινοτική Ψυχολογία